01.09.1972 | Δημοσίευση δύο διηγημάτων στο περιοδικό Νέα Πορεία
Τα διηγήματα «Το ντέρμπι» και «Ημερολόγιο εγγραμμάτου δικηγόρου, Βοδενά 1351» δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Νέα Πορεία ΙΗ’/211-214 (Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1972), σ. 139-140.
* * * * *
Το ντέρμπι
Την Κυριακή είχαμε ντέρμπι με τον Άρη. Μ’ έζωναν τα φίδια. Δευτέρα μεσημέρι πέρασε ο Στέλιος απ’ το μαγαζί και ξεχαστήκαμε κουβεντιάζοντας. Το ίδιο άνω κάτω κι αυτός. Άμα το Ζαρκάδι την έφκιαξε τη δουλειά με τον ώμο του, βράσε ρύζι. Ποιόνα θα βάλει ο Λεσάνον· ο Σαράφης είναι αργός, δε μπαίνει μπροστά, με το Μαντζουράκη δε μιλιούνται, πάλι ο Παρίδης μόνος του. Και τον βγάζουνε εύκολα οφσάιντ. Ο Στέλιος πάλι μου ’πε πως ίσως και παίξει το Ζαρκάδι. Από τζαρτζάρισμα την έπαθε· όλοι το είδαμε στην Τούμπα. Μπορεί να ’ναι κάνα κόλπο της διοίκησης: φαινόταν μια χαρά το παιδί, χτυπούσε και τα φάουλ.
Τρίτη Τετάρτη, λέγαν οι εφημερίδες, ο Κούδας θα παίξει, καλά είναι, τα συνηθισμένα έχει. Ο απέναντι στο μαγαζί με τους μουσαμάδες, αρειανός, κάθε τόσο με πιλάτευε: «Τη χάρισαν την ποινή στον Αλεξιάδη! Να σας δούμε τώρα. Τέτοιες κυρίες που είστε, να σας σκουντήξει κομμάτι ο Κρεμμύδας, κατευθεία νοσοκομείο». Πέμπτη μου ’φερε ο κουμπάρος εισιτήρια. Πήγε και στην προπόνηση, καλός ο Λάζος. Έρριξε κι ο Φουντούκος δύο· είχε κέφια. Έφυγα Παρασκευή πρωί για δουλειά στην Κατερίνη· Κυριακή στις εννιάμιση γύρισα και πέρασα απ’ το σπίτι να πάρω κάτι για φαΐ στο ντέρμπι. Βρήκα αντίς τη γυναίκα μου, το μπατζανάκη. Την έπιασε στ’ άγρια μεσάνυχτα πόνος στα έντερα· θα την εγχειρίσουν. Τρέξαμε στην Κλινική. Ό,τι έμπαινε στο χειρουργείο. Ήταν περιτονίτις, ευτυχώς τη γλύτωσε. Κάθησα κοντά της τ’ απόγεμα. Ήταν καλά· κοιμότανε. Ευτυχώς ο διπλανός στ’ άλλο δωμάτιο είχε τρανζίστορ. Του ’πα, το άνοιξε, ν’ ακούω, αφήσαμε και τις πόρτες ανοιχτές. Τελικά μας πήραν 1-0. Το γκολ ο Παπαϊωάννου στο τριάντα δύο. Ο Χατζηιωάννου έφταιγε. Είχαμε δοκάρι στο τελευταίο λεπτό με τον Σαράφη.
Ημερολόγιο εγγραμμάτου δικηγόρου, Βοδενά 1351
Πέντε του μηνός ήρθε ο καστροφύλακας Μανόλης Κούτζης σπίτι μου. «Η ευγένειά σας» μου λέει «πρέπει να βγάλει λόγο στα στρατά γιατί το ηθικόν εξέπεσε». Είχα έτοιμη αγόρευση, την έκανα μια βδομάδα πριν στις Σέρρες. «Εντάξει» του λέω «μόνο να γίνει γρήγορα». Συμφωνήσαμε για την άλλη μέρα πρωί. Πήγα και μίλησα. Δεν είχα μεγάλη επιτυχία εφ’ όσον οι φαντάροι το ’χανε σκάσει οι μισοί κι οι υπόλοιποι δεν εκάτεχαν ελληνικά. Ο διοικητής πάντως ήταν ενθουσιασμένος. «Καταφέρατε να με συγκινήσετε» εξομολογήθηκε αργότερα, στο τραπέζι. «Είστε θετικό στοιχείο στα Βοδενά και στυλοβάτης της εθνικοφροσύνης». Τον ευχαρίστησα και πήγα σπίτι να κρυφτώ. Ήταν εξάλλου καιρός. Πλακώσαν αποβραδύς οι Σέρβοι και κάναν την πολιτεία άνω κάτω. Τον διοικητή τον ψήσανε έξω απ’ τη μητρόπολη και ο Κούτζης μπήκε φυλακή. Το πρωί, παρελάσεις και παράτες μπροστά στον βασιλέα Στέπανο. Ξεθάρρεψα και βγήκα όξω. Ο ξάδερφός μου ήταν μάγειρος στο φουσάτο των Χλερηνών, στη δεύτερη ίλη ιππικού. Τον συνάντησα στα χωστά. Μετά τρεις μέρες, μέγα Σάββατο, έρχονται σπίτι αυτός και δυο καβάκια υπαξιωματικοί με μεγάλη στολή, την πράσινη με τα χαλκώματα. «Επιστρατεύεσθε διά τας ανάγκας του γένους μας, κύρι», είπε ένας απ’ αυτούς. Βιαστικά συμφώνησα. «Ο φάκελός σας είναι βεβαρυμένος» παρατήρησε. «Θα ’πρεπε να εξιλεωθήτε κάπως». Πήγα στο γραφείο μου και τράβηξα ένα μάτσο χαρτιά. «Περίμενα τις επιτυχίες σας», είπα. «Κι ως απόδειξη, νά ο λόγος που ετοιμάζω δυο μέρες τώρα, να τον διαβάσω στη μητρόπολη, εκ μέρους του λαού των Βοδενών, ελάχιστη προσφορά τιμής στον ένδοξο στρατό σας που μας απήλλαξε. Κανονίσαμε συνάντηση ανήμερα του Πάσχα πολύ πρωί να περάσει ο λόγος από λογοκρισία και πήγαν στο καλό. Τώρα έχω δουλειά. Η μόνη δυσκολία της υποθέσεως είναι πως πρέπει να ξαναγράψω τριάντα παλάμες ομιλία. Θ’ απαλείψω το «Ρωμαίος και Ρωμανία» κι είμαστε μια χαρά. Ο βασιλέας μας ο Στέπανος σκέφτεται να μείνει στα Βοδενά κοντά χρόνο. Βολεμένη την έχουμε. Είναι κι η δουλειά του δικηγόρου βέβαια βολική. Μερικές φορές σκέφτομαι τι θα ’κανα άμα ήμουν αγράμματος. Αλλά κι ελληνικά μόνο να ’ξερα το ίδιο θα ’τανε.